Αρ. 14899/2022
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ.
Πενταετής παραγραφή των αξιώσεων κατά ΝΠΔΔ από παράνομη παράλειψη, με βάση τη διάταξη του άρθρου 48 παρ. 1 του νδ 496/1974. Η πενταετής παραγραφή που εκκίνησε από το τέλος του έτους, κατά το οποίο εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη του Διοικητή του εναγόμενου Νοσοκομείου και διεκόπη με την …./24.12.2014 (πρώτη) αίτηση του ενάγοντος, άρχισε εκ νέου μετά την πάροδο εξαμήνου (υπολογιζόμενου κατά πλάσμα δικαίου από την έναρξη του επόμενου έτους), λόγω μη απαντήσεως του Νοσοκομείου, ήτοι από 1.7.2015 και, συνεπώς, συμπληρώθηκε στις 30.6.2020. Ενόψει τούτου, κατά τον κρίσιμο χρόνο επίδοσης της αγωγής, στις 28.7.2021, επιμελεία του ενάγοντος προς το εναγόμενο, είχε ήδη, παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής των ένδικων αξιώσεων. Εξάλλου, η υποβολή των …./29.12.2014 και …../29.12.2016 αιτήσεων προς το εναγόμενο Νοσοκομείο δεν διέκοψαν την ως άνω παραγραφή καθώς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51 περ. β΄ εδ. γ΄ του νδ 496/1974, η υποβολή δεύτερης αίτησης, για τις αυτές αξιώσεις, δεν επιφέρει για αυτές έννομες συνέπειες. Ούτε, άλλωστε, οι αιτήσεις του ενάγοντος προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους διέκοψαν την παραγραφή των ένδικων αξιώσεων καθόσον το Ελληνικό Δημόσιο δεν αποτελεί την αρμόδια αρχή για την πληρωμή του. Τέλος, η άσκηση της προγενέστερης με αριθμό κατάθεσης ΑΓ…/26.2.2018 αγωγής του ενάγοντος ενώπιον του Δικαστηρίου τούτο δεν διέκοψε την παραγραφή των αξιώσεών του διότι, ναι μεν, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 2 του ΚΔΔ, τα αποτελέσματα της κατ’ εξαίρεση επιτρεπτώς ασκούμενης δεύτερης αγωγής, μεταξύ των οποίων και η διακοπή της παραγραφής, ανατρέχουν στον χρόνο άσκησης της πρώτης, όμως για να θεωρηθεί μία αγωγή ως «δεύτερη», θα πρέπει να υπάρχει, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη 2 της παρούσας, ταυτότητα διαδίκων, προϋπόθεση όμως που δεν συντρέχει εν προκειμένω (βλ. ΔΕΑ 3400/2020).
- Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή, το αίτημα της οποίας μετατράπηκε νομίμως από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του στο ακροατήριο, ο ενάγων, ο οποίος κατά τον κρίσιμο χρόνο υπηρετούσε ως μόνιμος ιατρός του κλάδου ΕΣΥ στο εναγόμενο Νοσοκομείο, ζητεί να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν από κοινού και εις ολόκληρον έκαστο, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινώς εκτελεστή, το συνολικό ποσό των … ευρώ, ως οφειλόμενες διαφορές αποδοχών (τακτικές αποδοχές και εφημερίες) λόγω της αναδρομικής κατάταξης του στο βαθμό του Διευθυντή από το βαθμό του Επιμελητή Α΄ δυνάμει της …/18.11.2014 απόφασης του Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου για το χρονικό διάστημα από 13.10.2009 έως 24.6.2010. Το ποσό αυτό ο ενάγων ζητεί να του καταβληθεί εντόκως από τις 18.11.2014 (οπότε και, κατά τους ισχυρισμούς του, έλαβε χώρα η βαθμολογική του κατάταξη), άλλως από την επίδοση της αγωγής του μέχρι την εξόφληση.
- Επειδή, το άρθρο 76 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄97), όπως αυτό ισχύει μετά την προσθήκη της παραγράφου 2 και την αναρίθμηση της πρώην παραγράφου 2 σε παράγραφο 3 με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 3659/2008 (Α΄ 77), ορίζει ότι: «1. Είναι απαράδεκτη η άσκηση δεύτερης αγωγής, με το αυτό αντικείμενο, από τον ίδιο ενάγοντα. 2. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης αγωγής όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για λόγους τυπικούς. Η αγωγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της τελεσίδικης απόφασης και τα αποτελέσματα της άσκησης της ανατρέχουν στο χρόνο άσκησης της πρώτης. 3. …». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων το απαράδεκτο άσκησης δεύτερης αγωγής καθώς και η προβλεπόμενη στη δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου, κατ’ εξαίρεση δυνατότητα παραδεκτής άσκησης δεύτερης αγωγής, στην περίπτωση που η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για τυπικούς λόγους, βρίσκει πεδίο εφαρμογής στις περιπτώσεις που υφίσταται τόσο ταυτότητα αντικειμένου (κοινή νομική και ιστορική αιτία και κοινό αίτημα) όσο και ταυτότητα διαδίκων (βλ. ΣτΕ 2365/2016, 1218/2013, 3351/2012). Εξάλλου, σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, η δυνατότητα εκ νέου ασκήσεως αγωγής, απορριφθείσας ως απαράδεκτης, αφορά στη δυνατότητα θεραπείας διαδικαστικού χαρακτήρα τυπικών ελλείψεων που, ως εκ της φύσεώς τους, μπορούν να καλυφθούν ή να συμπληρωθούν εκ των υστέρων, με την άσκηση νέας αγωγής, όχι όμως και τη δυνατότητα εκ νέου ασκήσεως ενδίκου βοηθήματος, απορριφθέντος ως απαράδεκτου, λόγω μη πληρώσεως δικονομικής προϋποθέσεως για την άσκησή του (πρβλ. ΣτΕ 2801/2018, ΔΕφΠατ 380/2019, ΔΕφΧαν 184/2017). Ως εκ τούτου, η απόρριψη της αγωγής εξαιτίας έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης του εναγομένου, η οποία ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (βλ. ΣτΕ 228/2021, 3282/2011) ως προϋπόθεση του παραδεκτού του επίμαχου ενδίκου βοηθήματος, δεν μπορεί να καλυφθεί εκ των υστέρων με την άσκηση δεύτερης αγωγής, τα αποτελέσματα της οποίας ανατρέχουν στον χρόνο ασκήσεως της πρώτης, δεδομένου ότι δεν συνδέεται με έλλειψη διαδικαστικής προϋποθέσεως, που να δύναται, ως εκ της φύσεώς της, να καλυφθεί ή να συμπληρωθεί εκ των υστέρων με την άσκηση νέας αγωγής.
- Επειδή, εν προκειμένω, όπως εκτίθεται στο δικόγραφο της κρινόμενης αγωγής και προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου της παρούσας δικογραφίας, με τη με ημερομηνία κατάθεσης 26.2.2018 αγωγή του (με αριθμό εισαγωγής ΑΓ…/2018), ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, ο ενάγων στράφηκε αποκλειστικώς κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ζητώντας να υποχρεωθεί να του καταβάλει, νομιμοτόκως, το συνολικό ποσό των ……. ευρώ, ως οφειλόμενες αναδρομικές αποδοχές (τακτικές αποδοχές και εφημερίες) για το χρονικό διάστημα από 13.10.2009 έως 24.6.2010 λόγω της βαθμολογικής του κατάταξης στο βαθμό του Διευθυντή από το βαθμό του Επιμελητή Α΄ δυνάμει της 469/2014 απόφασης του Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου. Με την 6879/2021 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου (Τμήμα 13ο Μονομελές), η αγωγή αυτή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με το άρθρο 72 του ΚΔΔ. Ενόψει τούτων, η κρινόμενη αγωγή, καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, αφορά τους ίδιους διαδίκους και έχει, αφενός, την ίδια ιστορική και νομική βάση και αφετέρου το ίδιο αίτημα, με την πρώτη (από 26.8.2018) αγωγή, η οποία – σύμφωνα με τα προεκτεθέντα – απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου. Και μπορεί μεν η ως άνω απόρριψη να οφείλεται σε δικονομική πλημμέλεια της πρώτης αγωγής, πλην όμως, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικά δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, η πλημμέλεια αυτή δεν είναι θεραπεύσιμη, ώστε να είναι κατ’ εξαίρεση επιτρεπτή η άσκηση δεύτερης, και, άρα, προεχόντως για το λόγο αυτό, δεν συντρέχουν οι, κατά τη διάταξη του άρθρου 76 παρ. 2 του ΚΔΔ, προϋποθέσεις που θα καθιστούσαν κατ’ εξαίρεση παραδεκτή την άσκησή της. Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή καθ΄ο μέρος ασκείται κατά του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ως δεύτερη. Ωστόσο, δεν καταλογίζονται σε βάρος του ενάγοντος τα δικαστικά έξοδα του εναγόμενου Ελληνικού Δημοσίου ελλείψει υποβολής σχετικού αιτήματος εκ μέρους του (άρθρο 275 παρ. 7 εδ. α του ΚΔΔ).
- Επειδή, αντιθέτως, η υπό κρίση αγωγή καθ΄ ο μέρος στρέφεται κατά του εναγόμενου Νοσοκομείου ασκείται εν γένει παραδεκτώς και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία.
5. Επειδή, στον Εισαγωγικό Νόμο του Αστικού Κώδικα (ΕισΝΑΚ, πδ 456/1984, Α΄ 164) ορίζεται στο άρθρο 105 ότι για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το Δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, στο δε άρθρο 106 ότι οι διατάξεις του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται και για την ευθύνη των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους. - Επειδή, στο άρθρο 4 του ν. 3754/2009 (Α 43/11.3.2009) ορίζεται ότι: «Αναδιαρθρώνεται η ιατρική υπηρεσία στη βάση οργανωμένης εξέλιξης των νοσοκομειακών ιατρών μέσα στο σύστημα από τον εισαγωγικό βαθμό του Επιμελητή Β` (πύλη εισόδου) μέχρι το βαθμό του Διευθυντή, σε πολυδιευθυντικό σύστημα. Από την 1η Ιανουαρίου 2009 οι οργανικές θέσεις των ιατρών κλάδου ΕΣΥ μετονομάζονται σε θέσεις ειδικευμένων ιατρών. Οι υπηρετούντες την 1η Ιανουαρίου 2009 ιατροί διατηρούν το βαθμό τους …». Εξάλλου, η περίπτωση Δ του ίδιου άρθρου όριζε αρχικά, ήτοι τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, πριν την αντικατάστασή της με την παρ. 1 του άρθρου 55 του ν. 3918/2011 (Α 31/2.3.2011) ότι οι βαθμοί των ειδικευμένων ιατρών είναι τρεις, Επιμελητής Β`, Επιμελητής Α` και Διευθυντής. Περαιτέρω δε, ο ισχύων κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, ν. 3205/2003 «Μισθολογικές ρυθμίσεις λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. … και άλλες συναφείς διατάξεις» (Α΄ 297), στο Κεφάλαιο Γ΄ με τίτλο «ΙΑΤΡΟΙ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΓΕΙΑΣ», στα άρθρα 43 έως και 45 προβλέπει του βασικούς μισθούς των ιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), τα οικεία επιδόματα και τις αποζημιώσεις εφημεριών ανάλογα με βαθμό της ιεραρχίας τους.
- Επειδή, το νδ 496/1974 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου» (Α΄ 204) το οποίο έχει εφαρμογή, εν προκειμένω, ορίζει, στο άρθρο 48 ότι: «1. Ο χρόνος παραγραφής των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π.δ.δ. είναι πέντε ετών εφ’ όσον δεν ορίζεται άλλως υπό του παρόντος. 2… 3. Ο χρόνος παραγραφής των κατά του νομικού προσώπου αξιώσεων των υπαλλήλων τούτου των επί σχέσει δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου μετ’ αυτού συνδεομένων, εκ καθυστερούμενων αποδοχών ή άλλων πάσης φύσεως απολαβών ή αποζημιώσεων εξ αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι δύο ετών. 4. …» και στο άρθρο 49 ότι «Η παραγραφή άρχεται από του τέλους του οικονομικού έτους καθ’ ο εγεννήθη η αξίωσης και είναι δυνατή η δικαστική αυτής επιδίωξη». Επιπλέον, στο μεν άρθρο 51 του ίδιου νδ ορίζεται ότι: «Φυλαττομένης της ισχύος των ειδικών διατάξεων, η παραγραφή των χρηματικών αξιώσεων κατά του ν.π. διακόπτεται μόνον: α)Δια της υποβολής της υποθέσεως εις το αρμόδιον δικαστήριον ή εις διαιτητάς, οπότε άρχεται εκ νέου η παραγραφή από της τελευταίας διαδικαστικής πράξεως των διαδίκων, του δικαστηρίου ή των διαιτητών. β)Δια της υποβολής προς το ν.π. αιτήσεως περί πληρωμής της απαιτήσεως, οπότε η παραγραφή άρχεται εκ νέου από της χρονολογίας την οποίαν φέρει η έγγραφος απάντησις της αρμοδίας δια την αναγνώρισιν ή την πληρωμήν της απαιτήσεως, Αρχής. Εν περιπτώσει μη απαντήσεως η παραγραφή άρχεται μετά πάροδον εξαμήνου από της χρονολογίας υποβολής της αιτήσεως. Υποβολή δευτέρας αιτήσεως δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφήν. γ) Δια της εκδόσεως τίτλου πληρωμής» στο δε άρθρο 52 αυτού ότι : « … Η παραγραφή λαμβάνεται υπ` όψιν αυτεπαγγέλτως υπό των δικαστηρίων». Εξάλλου, στο άρθρο 75 παρ. 2 του ΚΔΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 19 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), προβλέπεται ότι: «Τα κατά το ουσιαστικό δίκαιο έννομα αποτελέσματα της άσκησης της αγωγής επέρχονται, ως προς τον εναγόμενο, από την επίδοση της σε αυτόν από τον ενάγοντα. Η παραγραφή, η οποία σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο διακόπηκε, αρχίζει πάλι μόνο από την τελεσιδικία της απόφασης ή την κατάργηση της δίκης».
- Επειδή, όπως, έχει κριθεί, καθ’ ερμηνεία των ανωτέρω διατάξεων των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 48 του νδ 496/1974, οι αξιώσεις των υπαλλήλων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από καθυστερούμενες αποδοχές ή απολαβές οποιασδήποτε φύσεως ή αποζημιώσεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό, οι οποίες ορίζονται και οφείλονται απ’ ευθείας από το νόμο και των οποίων την πληρωμή αρνείται ή καθυστερεί το νομικό πρόσωπο για οποιονδήποτε λόγο, σύμφωνα με την έννοια την οποία προσδίδουν τα όργανα του στο νόμο, από την οποία όμως, άρνηση ή καθυστέρηση δεν παρακωλύεται η δικαστική επιδίωξη της αξιώσεως, υπόκεινται σε διετή παραγραφή. Η πενταετής παραγραφή, αντιθέτως, ισχύει όταν για τη θεμελίωση τού επί των αποδοχών ή των πάσης φύσεως απολαβών δικαιώματος απαιτείται η έκδοση πράξεως του νομικού προσώπου, την οποία παρανόμως παραλείπουν να εκδώσουν τα όργανά του, δηλαδή όταν δεν πρόκειται για ευθεία αγωγή λόγω αρνήσεως ή καθυστερήσεως καταβολής αποδοχών, αλλά για αγωγή αποζημιώσεως λόγω παραλείψεως οφειλόμενης νομίμου ενέργειας των οργάνων του νομικού προσώπου, σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (βλ. ΑΕΔ 9/2009, ΣτΕ 201/2014, 923/2014, 955/2011 Ολ). Η παραγραφή αυτή αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη και διακόπτεται μεταξύ άλλων και με την υποβολή προς το νομικό πρόσωπο αίτησης για πληρωμή της απαιτήσεως, οπότε η παραγραφή αρχίζει εκ νέου από την έκδοση πράξης επί της αιτήσεως από την αρχή που είναι αρμόδια για την αναγνώριση ή την πληρωμή της απαιτήσεως. Σε περίπτωση μη απαντήσεως η παραγραφή αρχίζει μετά την πάροδο εξαμήνου από της χρονολογίας υποβολής της αιτήσεως. Δεύτερη αίτηση για πληρωμή της ίδιας αξιώσεως δεν διακόπτει εκ νέου την παραγραφή. Περαιτέρω, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 51 περ. β΄ του νδ 496/1974, αίτηση περί πληρωμής απαιτήσεως, υποβληθείσα προ της λήξεως του οικονομικού έτους, κατά το οποίο γεννήθηκε η σχετική αξίωση, θεωρείται, κατά πλάσμα δικαίου, ως υποβληθείσα μετά την έναρξη του επομένου έτους, (του έτους δηλαδή του συμπεριλαμβανομένου στον χρόνο της παραγραφής) και μάλιστα κατά την πρώτη ημέρα αυτού, με περαιτέρω αποτέλεσμα η υποβολή αυτή να έχει ως συνέπεια να αναστέλλεται η έναρξη της παραγραφής της εν λόγω αξιώσεως επί ένα εξάμηνο (βλ. ΑΕΔ 9/2009, 3086/2013, 955/2011 Ολ.).
- Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την … απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ο ενάγων διορίστηκε ως Διευθυντής Ωτορινολαρυγγολογίας (ΩΡΛ) του κλάδου ιατρών ΕΣΥ στο Γενικό Νοσοκομείο … και, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. Ζ’ του ν. …/2009, από 11.3.2009 κατέστη Συντονιστής Διευθυντής. Εν τω μεταξύ συμμετείχε στην …/2007 προκήρυξη θέσης επιμελητή Α΄ στο εναγόμενο Νοσοκομείο. Μετά την επιλογή του για την ως άνω θέση παραιτήθηκε από τη θέση του στο Γενικό Νοσοκομείο Θήβας και με την Υ10α/Γ.Π./93415/19.8.2009 (Γ΄ …/4.9.2009 απόφαση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης) διορίστηκε στο εναγόμενο Νοσοκομείο ως Επιμελητής Α΄ ΩΡΛ κλάδου ΕΣΥ και ανέλαβε υπηρεσία στις 13.10.2009. Με την Υ10α/…/25.6.2010 απόφαση του Υπουργού Υγείας ο ενάγων εξελίχθηκε στο βαθμό του Διευθυντή ΩΡΛ ΕΣΥ στο εναγόμενο Νοσοκομείο και με την …/18.11.2014 πράξη του Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου διαπιστώθηκε η κατάταξη του, κατ΄ άρθρο 4 του ν. 3754/2009, λόγω της προηγούμενης θέσης του στο Γενικό Νοσοκομείου Θήβας και το διορισμό του στο εναγόμενο κατόπιν συμμετοχής του στον ως άνω προκηρυχθέντα διαγωνισμό πριν την έναρξη εφαρμογής του ν. 3754/2009, στο βαθμό του Διευθυντή αναδρομικά από 13.10.2009. Ήδη, o ενάγων με την υπό κρίση αγωγή, όπως αυτή νομίμως αναπτύσσεται με το από 14.2.2022 νομοτύπως κατατεθέν υπόμνημά του, υποστηρίζει ότι το εναγόμενο παρά την αναδρομική του κατάταξη, από 13.10.2009, στο βαθμό του Διευθυντή δυνάμει της …/18.11.2014 πράξη του Διοικητή του και τις αιτήσεις που υπέβαλε επανειλημμένως προς τούτου (ήτοι, τις …/24.12.2014, …/29.12.2014 και ../29.12.2016 αιτήσεις προς το εναγόμενο Νοσοκομείο και τις …/29.12.2014 και …/27.12.2017 αιτήσεις προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους), το διάδικο Νοσοκομείο μη νομίμως αρνείται να του καταβάλει τις διαφορές αποδοχών (βασικού μισθού, χρονοεπιδόματος, νοσοκομειακού επιδόματος, επιδόματος θέσης και επιδόματος βιβλιοθήκης) και εφημεριών, που προκύπτουν, για το χρονικό διάστημα από 13.10.2009 έως 24.6.2010, μεταξύ του βαθμού του Επιμελητή Α΄ στον οποία είχε αρχικά ενταχθεί και του βαθμού του Διευθυντή που στον οποίο κατατάχθηκε, στη συνέχεια αναδρομικά. Για το λόγο δε αυτό, με την υπό κρίση αγωγή ζητεί να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου να του καταβάλει, εντόκως, το συνολικό ποσό των … ευρώ, ως οφειλόμενες διαφορές αποδοχών και εφημεριών, χρονικού διαστήματος από από 13.10.2009 έως 24.6.2010 (όπως ειδικότερα αναλύονται στο κύριο δικόγραφο). Μεταξύ άλλων, ο ενάγων προσκομίζει την …΄/28.7.2021 έκθεση επίδοσης της υπό κρίση αγωγής στο εναγόμενο, του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Γεωργίου Ξαγοράρη και τις ως άνω αιτήσεις του προς το διάδικο Νοσοκομείο και το Ελληνικό Δημόσιο.
10. Επειδή, αντιθέτως, το εναγόμενο Νοσοκομείο ζητεί την απόρριψη της αγωγής προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι οι ένδικες αξιώσεις έχουν παραγραφεί, κατ΄ άρθρο 48 του νδ 496/1974. Επ΄ αυτού, ο ενάγων με το από 14.2.2022 νομοτύπως κατατεθέν υπόμνημά του αντιτείνει ότι οι αξιώσεις του δεν έχουν υποπέσει σε παραγραφή διότι γεννήθηκαν και κατέστησαν δικαστικώς επιδιώξιμες κατόπιν της έκδοσης της …/2014 απόφασης του Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου και έκτοτε για τη διεκδίκησή τους έχει υποβάλει πλήθος αιτήσεων προς το εναγόμενο καθώς και τη με ΑΓ …/2018 αγωγή του κατά του Ελληνικού Δημοσίου που απορρίφθηκε για τυπικό λόγο με την 6879/2021 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου. - Επειδή, με τα ανωτέρω δεδομένα και σύμφωνα με όσα εκτίθενται στη μείζονα σκέψη παρούσας, ο χρόνος παραγραφής των ένδικων αξιώσεων του ενάγοντος, είναι πενταετής, κατά την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 48 παρ. 1 του νδ 496/1974, καθόσον απορρέουν από την παράνομη παράλειψη του εναγόμενου Νοσοκομείου να προβεί σε ορθή μισθολογική κατάταξη αυτού στο βαθμό του Διευθυντή (πρβλ. ΣτΕ 3467/2013, 3604/2012). Η πενταετής δε αυτή παραγραφή εκκίνησε μεν από το τέλος του έτους κατά το οποίο εκδόθηκε η 469/18.11.2014 πράξη του Διοικητή του εναγόμενου Νοσοκομείου περί αναδρομικής κατάταξής του ενάγοντος οπότε οι ένδικες αξιώσεις γεννήθηκαν και κατέστησαν δικαστικώς επιδιώξιμες (πρβλ. ΣτΕ 3467/2013, 3043/2013, ΔΕΑ 4192/2020), ήτοι στις 31.12.2014, διεκόπη όμως με την 18661/24.12.2014 (πρώτη) αίτησή του προς το διάδικο Νοσοκομείο και άρχισε εκ νέου μετά την πάροδο εξαμήνου (υπολογιζόμενου κατά πλάσμα δικαίου από την έναρξη του επόμενου έτους 2014, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά παραπάνω), λόγω μη απαντήσεως του τελευταίου, ήτοι από 1.7.2015 και, συνεπώς, συμπληρώθηκε στις 30.6.2020. Ενόψει τούτου, κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο επίδοσης της υπό κρίση αγωγής, στις 28.7.2021 (σχετ. η ………΄/28.7.2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών Γεωργίου Ξαγοράρη), επιμελεία του ενάγοντος προς το εναγόμενο, είχε ήδη, παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής των ένδικων αξιώσεων. Εξάλλου, η υποβολή των 18677/29.12.2014 και 186079/29.12.2016 αιτήσεων προς το εναγόμενο Νοσοκομείο δεν διέκοψαν την ως άνω παραγραφή καθώς, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 51 περ. β΄ εδ. γ΄ του νδ 496/1974, η υποβολή δεύτερης αίτησης, για τις αυτές αξιώσεις, δεν επιφέρει από την άποψη αυτές έννομες συνέπειες. Ούτε, άλλωστε, οι αιτήσεις του ενάγοντος προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους διέκοψαν την παραγραφή των ένδικων αξιώσεων καθόσον το Ελληνικό Δημόσιο δεν αποτελεί την αρμόδια αρχή για την πληρωμή του. Τέλος, η άσκηση της προγενέστερης με αριθμό κατάθεσης ΑΓ……./26.2.2018 αγωγής του ενάγοντος ενώπιον του Δικαστηρίου τούτο δεν διέκοψε την παραγραφή των αξιώσεών του διότι, ναι μεν, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 2 του ΚΔΔ, τα αποτελέσματα της κατ’ εξαίρεση επιτρεπτώς ασκούμενης δεύτερης αγωγής, μεταξύ των οποίων και η διακοπή της παραγραφής, ανατρέχουν στον χρόνο άσκησης της πρώτης, όμως για να θεωρηθεί μία αγωγή ως «δεύτερη», θα πρέπει να υπάρχει, σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην σκέψη 2 της παρούσας, ταυτότητα διαδίκων, προϋπόθεση όμως που δεν συντρέχει εν προκειμένω (βλ. ΔΕΑ 3400/2020). Όλα όσα περί του αντιθέτου προβάλλει ο ενάγων είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Κατόπιν των ανωτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι αξιώσεις του ενάγοντος έναντι του εναγομένου, ανεξαρτήτως της βασιμότητας τους, έχουν παραγραφεί και, για το λόγο αυτό, που βασίμως προβάλλει το εναγόμενο με το υπόμνημά του, αλλά εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.
- Επειδή, κατ΄ ακολουθίαν, η αγωγή πρέπει να απορριφθεί και κατά το μέρος που ασκείται κατά του εναγόμενου Νοσοκομείου, ο δε ενάγων να απαλλαγεί, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, των δικαστικών εξόδων του εν λόγω νπδδ (άρθρο 275 παρ.1 εδ.ε’ του ΚΔΔ).ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την αγωγή.
Απαλλάσσει τον ενάγοντα από τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου Νοσοκομείου.
Η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 27ης.10.2022.